καπετάν, ο
Ερμηνεία:
[τίτλος που προτάσσεταιονόματος ναυτικού ή οπλαρχηγού]
Ετυμολογία:
[< Μεσαιων. καπετάνιος < Βυζαντινά κατεπάνω (τίτλοςτου πολιυικού και στρατιωτικού διοικητή μιας βυζαντινής επαρχίας ή θέματος< Βενετσιάνικα capetanio (Μεσαιωνικά Λατινικά capitaneus (ο επικεφαλής) < Λατιν. caput, capitis]
Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:
... εὐγενῆ φίλον μου, τὸν Γιαννάκην τοῦ καπετὰν Ἀργυροῦ, ἐβαδίζαμεν εἰς τοῦ Ἀχειλᾶ... [ Ἄσπρη σὰν τὸ χιόνι (1907)]
Συνώνυμα:
© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Οδοντίατρος, Ωτορινολαρυγγολόγος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών
Άλλες λέξεις στην κατηγορία Παπαδιαμάντης Α.:
|